πάντα το πρόβλημα ήταν ο πνιγμός
κι ας το κάνεις τώρα να μοιάζει εύκολο από παλιά.
είμαστε δυο κομμάτια από παζλ.
διαφορετικό παζλ.
που έτυχε όμως και μόνοι ζωγραφίσαμε τις άκρες μας
για να κολλάνε,
να μπορείς ευκολότερα να με κάνεις χαρούμενη
και ευκολότερα να με καταδικάζω σε ενοχές.
νομίζω πως το πρόβλημα πάντα ήταν ο πνιγμός
γιατί πάντα φοβόμουνα τη θάλασσα.
πάντα κολυμπούσα στο κενό.
εγώ τα έφερα τα κύματα;
έτσι το νομίζω.
μα φεύγουνε; πώς φεύγουνε;
δεν το νομίζω.
Παγκάκι, θέα η θάλασσα και η ένταση της δύσης κρύβεται πίσω από το κάστρο.
Φυσάει κάπως κρύος ο αέρας όπως διαπερνάει την ημιδιαφανή μου μπλούζα
και ξέχασα πάλι να πάρω τη ζακέτα απ' το σπίτι.
Where is my mind?
Παγκάκι, μακρυά από γνωστούς κι αγνώστους,
και δεν ξέρω αν χτυπάει ακανόνιστα η καρδιά μου.
Συνήθισα πια και περισσότερο με παραξενεύει ο βαρετός ρυθμός της.
Με κοιτάζεις, κοιτάζω απ' την άλλη,
κάνω πως σκέφτομαι να συνεχίσω το παιχνίδι,
χαμογελάω προς τα πλοία που φανταστήκαμε δικά μας.
Είσαι πολύ όμορφος έτσι όπως μαλακώνει το πρόσωπό σου πού και πού,
μα δεν ξέρω αν σε είδαν ποτέ άλλοι όπως εγώ
ή αν μείναν μόνο απασχολημένοι να σε πείθουν πώς πρέπει να γίνεις για να μεγαλώσεις.
Τα χέρια σου πάντα είναι ζεστά και δυνατά,
με κρατάνε σταθερή κι ακέραιη μέσα στην αγκαλιά σου χωρίς να με πονάνε
και το άρωμά σου είναι τόσο οικείο που μ΄αρέσει.
Ακόμη φοβάμαι τον πνιγμό.
Φοβάμαι μην καταπιώ απότομα τη μυρωδιά σου
ή μήπως το σώμα μου λυγίσει μέσα απ' τα μπράτσα σου
ή τα μάτια σου ρουφήξουν τον ήχο της φωνής μου.
Εμένα φοβάμαι, τις δικές μου ασφυξίες, ξέρεις τώρα πώς πάει.
Ή μάλλον, πού να ξέρεις.
Μαζί σου ηρεμώ, κι ας με ταράζεις καμιά φορά όπως με πλησιάζεις,
αφού δεν ξέρω τι αποχρώσεις παίρνει το μυαλό σου.
Γαληνεύω όμως, ζωντανεύω λίγο και είμαι πιο ελεύθερη,
νομίζω φταίει που με αγαπάς.
Από νωρίς μ΄ αγαπούσες πριν προλάβω.
Και γελάω, πιο πολύ απ' ότι συνήθως
και μπορώ να νιώσω όμορφη χωρίς να προσπαθήσω.
Νομίζω φταίει έτσι που κοιτάς.
Είσαι από τους μαγικούς εκείνους ανθρώπους που υπάρχουν στη ζωή μου
για να ξεπερνάω τα σημάδια στο πρόσωπό και τις άχαρες κινήσεις μου,
φοβάμαι όμως πάλι, σκέφτομαι να φύγω, χάνω τα σωστά μου
και δεν ξέρω πια και αν υπάρχουν.
Δεν ξέρω αν υπάρχουν κανόνες, δεν ξέρω αν κάτι μας ορίζει ή αν θα 'πρεπε.
Απροσδιόριστοι είμαστε, δεν έχουμε όνομα,
ίσως είμαστε από εκείνους τους εραστές που αποκτούσα μερικές φορές,
εκείνους που δεν φτάνανε ποτέ να γίνουν τέτοιοι γιατί κρατιόμουν κι άλλο πίσω.
Δεν θέλω ορισμούς και ονομασίες,
δεν θέλω εξηγήσεις για κανένα,
μόνο να ξέρω πως δεν ψάχνεις το απόλυτο
γιατί μια επαφή μονάχα σχετική μπορώ να σου χαρίσω.
Σχετική, μπερδεμένη και αόριστη.
Όμορφη όμως και μυστήρια, χαμένη μες τον κόσμο,
που πάλλεται ανάμεσα στα σύνορα και ποτέ δεν αυτοπροσδιορίζεται με σιγουριά.
Σαν κι εμένα.
Το αντέχεις;
πάντα ήταν ο πνιγμός...
ή που πάντα μου ζητούσαν να διαλέξω ανάμεσα σε μαύρο και σε άσπρο.
Δεν έχω μονοχρωμίες να σας δώσω, γυρίστε πίσω στα κουτιά σας,
ή γυρίστε με εμένα για αλλαγή.
Ο ήλιος έδυσε και ακόμη με κοιτάς. Χαμογελάς.
Δεν λιώνεις όμως πια. Μεγάλωσες, όπως σε ήθελαν να μεγαλώσεις.
Σε γνώρισα όμως.
Και δε με ξεγελάς.