με κρατούσες σφιχτά κοντά σου
και δεν μπορούσα να ανασάνω.
στα μαλλιά μού είχες φορέσει αλυσίδες
και στο στόμα ένα φθαρμένο πανί που αλλοίωνε τη φωνή μου.
είχες τα μάτια γουρλωμένα
προσπαθώντας να διακρίνεις κάτι μέσα από τον καπνό των τσιγάρων σου.
μοίραζες απλόχερα ενοχές και απαντήσεις,
δεν ήσουν έτοιμη να με αφήσεις να φύγω.
καθησύχαζες τον εαυτό σου που και που,
έλεγες ήμουν ευάλωτη για τον κόσμο έξω από τη φυλακή μου.
μια μέρα δεν άντεξα την σιωπή της κραυγής σου,
άρπαξα ένα ψαλίδι και έκοψα τα μαλλιά μου
-μακριά, μπερδεμένα και βρόμικα από την πολυκαιρία-
και άρχισα να τρέχω στους δρόμους.
έτρεχα για ώρες ώσπου το κατάλαβα
πως ήμουν μόνη
και δεν ήξερα πού να πάω,
δεν ήξερα ποια ήμουν.
μα πίσω δεν θα γυρνούσα
είχα περάσει αρκετό καιρό βλέποντας μέσα από τα μάτια σου
και έπρεπε να βρω τρόπο να κοιτάξω ξανά μέσα από τα δικά μου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου