Πέμπτη, Ιουλίου 25, 2013

Το αστράκι

Μικρή με λέγανε αστέρι. "Το αστράκι μου", φώναζε ο μπαμπάς μου με καμάρι.
Έτσι, μια μέρα, τους μίλησα κι εγώ για τα αστέρια.
Εκείνα, τα παράξενα θλιμμένα πλασματάκια, που έρχονταν τα βράδια στο δωμάτιό μου, στα κρυφά, ξεγλιστρούσαν μέσα απ' το παραδόξως κλειστό μου παράθυρο και μου ξεκίναγαν κουβέντες και χωρατά.
Κι εγώ που το 'ξερα πως σε ξένους δεν κάνει ν 'απαντώ, κράταγα το ύψος μου για την αρχή, μέχρι που μια νύχτα δεν το άντεξα. Με αφηγήσεις από ταξίδια και περιπέτειες γλυκές με γοήτευαν για να τους δώσω λιγάκι σημασία κι έτσι εγώ, εύκολος στόχος, υπέκυψα. Τους απάντησα. Από τότε, φεγγάρι δεν περνούσε δίχως τη συντροφιά τους.
Οι γονείς μου τρόμαξαν όταν τους σύστησα τους νέους μου τους φίλους. Δεν με πίστεψαν, το έβλεπα στο πρόσωπό τους, τόσο συνοφρυωμένο και ζαρωμένο ήταν το μέτωπό τους, λες προσπαθούσε να αφήσει χώρο για τα γουρλωμένα τους μάτια. 
Μετά από καυγάδες που νόμισαν δεν άκουσα, θεώρησαν τα αστέρια μου μονάχα μέρος της παιδικής μου φαντασίας. Σημάδια μοναξιάς, παρηγόρησαν ο ένας τον άλλο. Σύνηθες φαινόμενο στην ηλικία των πέντε. Αποφάσισαν λοιπόν πως ήταν καιρός για ένα δεύτερο παιδί και η λέξη αστέρι, όσο εγώ επέμενα, έγινε απαγορευμένη μέσα το σπίτι.


Η Τόνια βρίσκεται ξαπλωμένη ανάσκελα πάνω στο πέτρινο πλακάκι της βεράντας και από τα διαφανή μπαλώματα της κακόγουστης, παρδαλής μας τέντας, παρατηρεί τον ουρανό. 
Έχουν περάσει χρόνια από τότε που ένα αστέρι άντεξε να μ'επισκεφτεί ξανά μετά απ' τις επίπονες προσπάθειες που ο νήπιος εαυτός μου έκανε για τα τα αγνοήσει και το όλο θέμα έχει ξεφουσκώσει.
"Look at the stars, look how they shine for you..." ξεκινά να σιγοτραγουδά η μικρή μου αδερφή ενώ κουνά τις γάμπες ρυθμικά στη μελωδία των Coldplay. 
Δεν ξέρει τίποτα. Η αδερφή της κρύβεται μαζί της μέσα στο παλιό διαμέρισμα, αποφεύγοντας συμβουλές και μαγικές καψούλες, μα για εκείνη γίνεται ξανά ένα αστέρι, διαφορετικό αυτή τη φορά, μόνο προσγειωμένο πάνω στο λάθος πλανήτη.
 "Μακάρι να το 'σκαγα κι εγώ μαζί της", μοιάζει να αντηχεί η σκέψη στο κεφαλάκι της. "Μακάρι να μπορούσα να ξεφύγω απ' το βούρκο αυτό κι ας έμενε το σώμα μου πιο πίσω". 
Μα κάνει λάθος φυσικά. 
Η μικρή μου αδερφή, που με βλέπει ακόμη σαν αστέρι, δεν ξέρει πως εκεί πέρα, μακριά απ' όλους κι απ' όλα, κρύβεται ο μεγαλύτερός μου εχθρός, κι αν, ακόμη κι αν, σκοτώσω τον καθρέπτη, δεν πεθαίνει παρά μόνο το γυαλί.


Το αστράκι έχει αρχίσει να τρεμοπαίζει επικίνδυνα...

This ship keeps on sinking goddamnit


Παινευόμουν που λες για τη λογική μου,
για την αμερόληπτη αντίληψή μου,
χωρίς παρεμβολές απ' την καρδιά στα μάτια.
Το θόλωσες κι αυτό.
Όλα τα θόλωσες.
Όλα, πέρα από εσένα-
πιο όμορφος από ποτέ,
μαγνήτης τρομερός για κάθε σπιθαμή της προσοχής μου.

Δεν ξέρω πια τι προτιμώ-
σ' ένα σχοινί ακροβατώ κι όλο γλιστρώ και πέφτω:
ή θα αδειάζω και θα ψάχνω εαυτό,
ή θα σε νιώθω πλάι μου φτιαχτό,
να χάνεσαι,
ματωμένη να 'μαι δίπλα σου και χρόνια μακριά σου.
Δεν το θυμόμουνα πόσο πικρίζει,
δεν το θυμόμουνα πόσο πονά όσο το νοσταλγούσα.
Χωρίς σταματημό,
χαμένο μέλλον και ελπίδα
και όνειρα σκισμένα και τυφλά,
που ίσα ίσα αντέχουν και ξεπροβάλλουν πίσω απ' τον καπνό.
Φωτιά... φλόγες παντού.
Τα δάχτυλά μου ζεματάνε,
μαύρα, σα σκουριασμένα,
σκληραίνουν κι έπειτα μ 'όλο μου το σώμα,
σα χαρτί μαζεύονται,
πετάνε σπίθες δυο και τρεις από αντίδραση
και μαδάνε σε αφηρημένους, παράξενους σχηματισμούς.
Την αντέχω την αποσύνθεση,
αρκεί να σε 'χω εκεί,
να σε κοιτώ να γνέφεις
και τα μάτια σου να φτιάχνουν ζάρες όπως γελάς.


Τι να σου κάνουν και οι ενοχές,
το φόβο δεν νικάνε.
Έγινε όλο του εγώ,
δεν μένει διόλου πίσω.
Λέω μονάχα σ'αγαπώ
κι όλο μ' εσένα αρχίζω...



"Γιατί έχει μάθει πια το σώμα μου να καίγεται, μα απαγορεύεται..."