Δευτέρα, Μαρτίου 16, 2015

πού να βάλω το μηδέν

μετράω

μετράω αντίστροφα.
χάνω το μέτρημα.
αριθμοί διαπερνούν τα μάτια μου.
αριθμοί γίνονται τα μάτια μου.
καίνε τα μάτια μου.
από την κούραση
ή από τον πυρετό
ή από εσένα
ή το ίδιο είναι
ή πάλι είμαι 
εγώ ο αριθμός
ή πάλι
είμαι
σε όνειρο
και όσο εδώ αρπάζουν και τα βλέφαρά μου
κάπου πιο έξω παραμένουν δροσερά 
και ασφαλή
και σκοτεινά 
και κρυμμένα
και 
σαν τη φωνή μου
παραλίγο πεθαμένα
μα όχι ακριβώς.


φωνές

έβαλα τις φωνές
στις φωνές
μες το κεφάλι μου
και αυτές εν τέλει μ' άκουσαν
και σώπασαν
ή τουλάχιστον
περίπου
δεν ουρλιάζουν τώρα
ούτε μου αφηγούνται ιστορίες τρόμου
ούτε και λιμάρουν τα νύχια τους στη λογική μου
μόνο
μείναν σα μια βαβούρα πίσω από τις λέξεις
αφήνουν μια ηχώ 
μετά από κάθε συνειρμό
και κάνουν πως δεν υπάρχουν
έτσι όπως βαραίνουν τη μέση μου
και εθίζουν το κορμί μου στην αδράνεια
και το πρόσωπό μου στην αφάνεια.


και φαντάσματα

έτσι πνιγμένη σε αντικατοπτρισμούς
σε μια τελευταία μου προσπάθεια
εύχομαι να σε κάνω κι σένα ένα φάντασμα
για να ταιριάξουμε κάπως τελικά
και τελικά κάπως να χαθούμε ο καθένας στην αόρατη μεριά του
σε πόλεις φτιαγμένες για ζωντανούς
με δρόμους κατεστραμμένους από φρικιά 
που δεν φαίνονται με τα φώτα ανοιχτά.


στο δρόμο

δρόμος δίχως τίτλο
κανένα τίτλο στο κεφάλι μου
δρόμος γνώριμος 
παραμένει ανώνυμος 
όσο κι αν κοιτάζω αριστερά και δεξιά

ξέρω πως κάπου είν' η θάλασσα

ξέρω πως η άσφαλτος θα έπρεπε κάπου να κατηφορίζει
και κάπου να μπορώ να δω κάποιο οικείο μου σημείο

ξέρω πως είμαι κοντά

ξέρω πως θα έπρεπε να ξέρω

αλλά δεν έχω ιδέα

έχω χαθεί
πέντε λεπτά μακριά απ' τον προορισμό μου
δεν καταλαβαίνω πού είμαι
προς τα πού κατευθύνομαι
πώς φαίνομαι 
όταν βαδίζω
όταν σε κάθε τρίτο βήμα τα πόδια μου τρεκλίζουν
και όταν 
έτσι όπως περνώ το δρόμο κοιτάζοντας από την αντίθετη μεριά
οι οδηγοί των αυτοκινήτων συνεχίζουν να με βρίζουν

αλλά πάνε μήνες τώρα
και προτιμώ να τα σπάσω τα τηλέφωνα
παρά να πέσω ξανά στην δική τους την ανάγκη.


κι αυτοκίνητα

πέθανα σήμερα
ήταν ένα από τα αυτοκινητιστικά που είχα φανταστεί
δεν έγινε ποτέ
και γι αυτό ποτέ
κανείς δεν κατάλαβε γιατί
κι όταν έσχισαν το σώμα μου στο χειρουργικό τραπέζι
βρήκαν στο στομάχι μου
θρυψαλάκια από καθρέπτη
και 
δέρμα από τα χείλη μου
και
παραισθησιογόνα
και
placebo, τελικά
και
χαρτί υγείας
και
φωτάκια δωματίου
και
εύληπτες σειρές
και
σειρές από γράμματα καμμένα
και 
καμμένα δάχτυλα
και
τοίχους από μαξιλάρια
και 
χαλασμένα ξυραφάκια
και
ραγισμένα ρολόγια χειρός
και 
όλα αυτά
σε μικρογραφίες
μέσα σε φωτογραφίες
θολές και παραποιημένες

όνειρο ήταν
κι αυτό όνειρο
περίεργο όλα πώς καταφέρνουν και χωράνε
με το ζόρι ανάμεσα σε κάτι στιγμιαίες νάρκες
πριν ξυπνήσω ξανά
μεσάνυχτα
και μετά πάλι ξημέρωμα
και μετά το μεσημέρι
και μετά πίσω στο κρεβάτι στις εφτά.


και όνειρα

σ' ένα άλλο είδα
πως μου κόψαν τα μαλλιά
και πολύ τρομοκρατήθηκα
όταν είδα το πρόσωπό μου άδειο
όταν είδα τα απομεινάρια μου γυμνά και άκομψα
όταν είδα όλη μου την ομορφιά πάνω σε κάτι χαμένες τρίχες
όταν θυμήθηκα ότι εγώ είχα ζητήσει το ψαλίδι
όταν ξύπνησα
και το ψαλίδι το είχαμε χαμένο
και το πρόσωπό μου συνέχιζε να είναι το ίδιο με το όνειρο
και τα μαλλιά μου ακόμη να καλύβουν το μισό κορμί μου.


και σώματα

το κορμί μου δεν αντέχει
την πίεση της μισάνοιχτης πόρτας
το μυαλό μου δεν αντέχει 
τους ανθρώπους

ευτυχώς δεν θα πάρει πολύ για να τους διώξει
μείναν λίγοι
και έμεινα λίγη
λιγότερη από ποτέ.





και δε μετράω τελικά

μετράω αντίστροφα
δεν ξέρω πού να βάλω το μηδέν
και καταλήγω να σκέφτομαι κάτι δεκαδικούς
που κάπως θα το πλησιάζουν.



οπότε γίνομαι ξανά μουγκή

γι αυτό σκορπάω παντού λέξεις


και επιλέγω να μένω μόνη

γι αυτό παίρνω τηλέφωνα, στέλνω μηνύματα, γράφω σε τοίχους


και σπάω σε κομμάτια

γι αυτό τραγουδάω στα πεζοδρόμια ολόκληρα τα κουπλέ


και είμαι εθισμένη στις κλειδωμένες πόρτες

γι αυτό φεύγω απ' το σπίτι


και νέκρωσα

γι αυτό δεν χρειάζεται να μαθευτεί η απουσία μου παραέξω μου 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου