Τρίτη, Μαΐου 26, 2015

διψούσε για μουσική

Δειλά δειλά, άνοιξε το χέρι του για να χωρέσει το δικό της. 

Οι κόρες της διαστάλθηκαν. 
Ένιωσε να τον ρουφάν μέσα στο χάος τους. 
Έδωσε το χέρι της, αργά, με τις φλέβες να προεξέχουν απ' τον καρπό της. 
Κάθισε πάνω του, αργά, με ευλάβεια.
Με τα δάκτυλά της, άγγιξε το πρόσωπό του. Αργά. 
Αφουγκράστηκε το γυμνό του ζυγωματικό, τη μύτη, μπέρδεψε τις άκρες στα γένια που πλαισίωναν το στόμα του, πίεσε απαλά τα νύχια της στα χείλη του. 
Η ταχυπαλμία αναπηδούσε απ'τον ένα τοίχο στον άλλο κι έκανε το δωμάτιο εκκωφαντικό.
Κούρνιασε το κεφάλι της στη γωνία ανάμεσα στον ώμο του και το κεφάλι
κι εκείνος ανάσανε βαθιά τη μυρωδιά της.

Οι κόρες της ήταν πια μια μαύρη τρύπα.

Τον γράπωσε απ' το λαιμό, κούμπωσε το σώμα της στο δικό του. Πανικόβλητος μπρος στην απροσδόκητη δύναμη της γυναίκας, άρχισε να σπαρταρά πάνω στο στρώμα. Χτύπαγε τα πέλματα στα κάγκελα του κρεβατιού, ξεφώνιζε φθόγγους κι οι λυγμοί του τράνταζαν το σώμα της. Ουρλιαχτά, χτυπήματα και σύρσιμο στο παρκέ όμως, ήταν πλέον υπόκωφα για κείνη. Με το αυτί της κολλημένο στο στήθος του, μεθούσε απ' τον ήχο της καθόδου του σάλιου του προς το στομάχι, την καρδιά του που χτύπαγε τα πλευρά να ελευθερωθεί, ήταν σίγουρη πως άκουγε το νερό να ρέει στα σωθικά του, παρασέρνοντας κάθε εμπόδιο στο διάβα του, τα νεύρα του να τεντώνουν σα χορδές βιολιού και το λαρύγγι του να βράζει. 
Ανθρώπινα ουρλιαχτά, αναφιλητά και κάγκελα που τρίζουν κράταγαν το τέμπο και ο σφυγμός έδινε ρεσιτάλ στη συνοδεία ολόκληρού του του κορμιού.

Ανάσανε ακόμη μια φορά, βαθιά. 
Η μυρωδιά των μαλλιών της τώρα του φερν' αναγούλα.
Με μια κίνηση, την πέταξε στη τζαμαρία και βρυχήθηκε.
"Συγγνώμη".


Έσκασε απ' τον 6ο όροφο στο δρόμο.
Και δεν ακούστηκ' ούτε νότα.

Τρίτη, Μαΐου 05, 2015

Kάτι, ό,τι θες

κάπου σε έχω ξαναδεί.

νάρκωσα τα τέρατά μου.

και σου χρωστάω μια συγνώμη.

νομίζω το παράκανα λιγάκι.

νομίζω πως σε σκότωσα λιγάκι.

ελπίζω πως είναι λιγάκι.

πως είναι για λιγάκι.

δες.

έψαξα να βρω στο λεξικό τι είναι λέξεις χθες.

βρήκα κάπου εκεί το πουθενά που έψαχνες.

δεν είναι τόσο τρομακτικό, μην σε ταράζει.

εγώ τον χάνω τον φόβο μου κι αρχίζει και τρομάζει.

αλλά ούτε εσένα σε βλέπω να φωνάζεις.

ούτε εσένα σε βλέπω.

ξέρεις.

ξέρεις;

οι φίλοι μου δεν ζουν.

ο έρωτάς μου ήταν ήρωας σε μυθιστόρημα.

μα εσένα κάπου, σίγουρα, σε ξέρω.

οι μέρες μου είναι παλιές.

οι νύχτες μου είναι ήρεμες.

λιγότερο ήρεμες από εσένα.

δεν ακούγεται ψυχή από κει μέσα, είσαι καλά;

εγώ την χάνω την ψυχή μου.

χάνω τη φωνή μου.

γαμώ την ψυχιατρική τη σύνθεσή μου.

ξέρω πως δεν θες πολλά-πολλά, μα κάνεις μία χάρη;

ξέχασα πώς μοιάζουνε τα πάθη.

όταν μιλούσα για κενό έλεγα ψέματα.

εντάξει.

εσύ έχεις παρελθόν.

μου δίνεις λίγο;

έχασα τη μνήμη μου.

έχασα και τον πόνο μου και τονε θέλω πίσω.

με γάμησες.

με γάμησα εγώ.

την έχω γαμήσει.

πέθανα διαφορετικά απ' ότι είχα υπολογίσει.

εγώ ήθελα να αναγεννηθώ μέσα απ' τις στάχτες μου.

τι σου λέω κι εσένα μες τη ζάλη σου.

μόνο θέλω πίσω την κομμένη μου ανάσα.

κόβεις λίγο εδώ, στα δεξιά; 

να δω αν εξασθενεί η αναισθησία.

αν μου μάθαινες πώς βασανίζονται οι άνθρωποι
και πώς χαμογελάνε...

είμαι αγενής.

με λένε τρύπα. 

και ξεχείλωσε το σώμα μου.

εσύ έχεις σώμα;

μόνο σώμα έχω.

γαμώ τις προστασίες μου.

θέλω να σε αγγίξω.

ακούμπα λίγο, να χαρείς.

εγώ ήθελα να ζήσω.

ήθελα να θυμάμαι.

ήθελα να γράφω για εκείνα που πονάνε.

δεν έχω λέξεις.

μου πήρες τις λέξεις μου, μπάσταρδε.

μου έκλεψες το κλάμα μου, μαλακισμένο.

τα θέλω πίσω.

με θέλω πίσω.

δεν ξέρω πού είναι το πίσω μου και πού είναι το μπροστά μου.

πήρα και το χρόνο μες τον τάφο μου.

και τώρα δεν υπάρχω.

σε ζηλεύω.

γαμώτο.

κι ούτε που πειράζει.

κι ούτε που λυπάμαι.

δεν θυμάμαι να λυπάμαι.

μόνο ξερές φράσεις.

άσχημες, ανούσιες.

μόνο ξερή υπόσταση.

και εσύ δεν κάνεις τίποτα.

ούτε που με κοιτάς.

μίλα μου, γαμώ την παναγία σου.

θα τον τσακίσω τον βρωμοκαθρέπτη.

να δω μετά που θα κοιμάσαι.

ξύπνα, σε παρακαλώ.

σε παρακαλώ, μαλακισμένο.

δώσε μου κάτι.