Δευτέρα, Ιουνίου 03, 2013

Τι σκέφτεσαι αγάπη μου;


Τι σκέφτεσαι; Τι σκέφτεσαι;

Μια φωνή-  όχι, καλύτερα θα την έλεγες κραυγή.
Μια κραυγή στριγκιά, που καπνός στο λαιμό μοιάζει
απ' την οργή που βράζει σε στήθος και στομάχι.
Κοντινό μου παρελθόν εσύ και στίγμα μου.

Τι σκέφτεσαι; Τι σκέφτεσαι;

Εγώ κι ο καθρέπτης μου έχουμε κάποιες δεκαετίες διαφορά.
Δεν τα σπάζει όμως όλα ο χρόνος:
μάτια, αδυναμία, αντιδράσεις παραμένουν ζωντανά.
Και δυστυχώς, το είδωλο είμαι εγώ.

Μα, τι σκέφτεσαι, τι σκέφτεσαι;

Κόκκινη φωτιά και σπίθες γαλανές,
κυματίζει στον άνεμο και βγαίνει εκτός ελέγχου.
Όμορφη φλόγα, σχεδόν πια πυρκαγιά,
έκαψε και τις πέτρες που θα την κρατούσαν πυκνή στη ζεστασιά της.
Απλώθηκε τώρα, αραιώθηκε με αέρα και στάχτη,
ξεχύθηκε σε κάθε μεριά κι άρχισε να σβήνει.
Δεν το ξέρει.

Τι σκέφτεσαι; Τι σκέφτεσαι πια;

Τραγούδια και λέξεις ερωτικές
και είναι πως μου μοιάζουν.
Πήραν οι σκέψεις τους τη γεύση μου
ή με υπεροψία νόμισα γύρισε ο κόσμος γύρω απ' τη μορφή μου;

Τι σκέφτεσαι, τι σκέφτεσαι αγάπη μου;

Ποιος το μπορεί και δίνεται ολοκληρωτικά μονάχα σ' ένα;
Κανείς, τι ανακούφιση.
Εγώ, τι ειρωνεία.
Μέχρι που όχι. Τώρα σιωπή.

Πες μου, μωρό μου. Τι σκέφτεσαι;

Δεν φτάνουν οι σκέψεις για να δικαιολογήσουν την αποτυχία.
Δεν αρκούν τα προβλήματα για να καλύψουν την απάθεια.
Και τα δευτερόλεπτα μαζί σου είναι ελάχιστα για να εξηγήσουν την επιμονή της εικόνας σου
απλωμένη ανάμεσα σε κεφάλαια και σημειώσεις.

Darling, darling. Is that all?

Από πλαστελίνη πλασμένη, κι όχι από πηλό.
Το νερό δεν πιάνει τόπο και δοκιμάζω για τον πλάστη.
Ξεραμένη, το νερό δεν πιάνει τόπο.
Ξεραμένη, πίνω κι άλλο,
περιμένω το καλοκαίρι να με λιώσει·
ο πλάστης ζυγίζει 100 κιλά
όταν κάτω απ' την καύτρα απ' τα τσιγάρα μου θάβεται το αποτέλεσμα.



Λοιπόν εδώ είσαι, έφτασες.
Πέρασες την αρχή και μπροστά περιμένει και το τέλος.
Το φως είναι εκτυφλωτικό, εκτός αν δεν το θες να είναι.
Κι οι επιλογές είναι αμέτρητες, εκτός αν δεν θέλεις να τις δεις.
Εδώ είμαστε, μας έφερε ο χώρος και ο χρόνος
και χίλιες πιθανότητες απλώνονται προς κάθε κατεύθυνση.
Πάρε τις με τη σειρά,
καβάλησε τη μια-μια με τον πρώτο αυγουστιάτικο αέρα
και ας τον να σε ταξιδέψει σε ένα μακρινό παρόν.
Είσαι στην πιο ευάλωτη ηλικία και την πιο σωστή.
Ώρα σου είναι να αφήσεις ό,τι είχες δεδομένο
και να ονειρευτείς τρελά.
Είσαι στην πιο ευάλωτη ηλικία, μα ο φόβος δεν σε πιάνει.
Το κενό δεν είναι πεινασμένο,
μονάχα ο καμβάς σου.
Πεινά για χρώματα.
Και τα κλειστά σου μάτια πινέλα.
Λοιπόν, εδώ είσαι, έφτασες.
Τώρα; Τι σκέφτεσαι;


Αγάπη μου, τι σκέφτεσαι, αλήθεια;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου